λυπηρό Συνώνυμα
Λυπηρό Συνώνυμα Επίθετο μορφή
- ατυχές, άτυχος, δύσμοιρο, λυπηρό, αξιοθρήνητη, συγγνώμη, λυπημένος, τραγική, ολέθρια, δυστυχισμένος, αξιολύπητος, θλιβερή, σοβαρή, καταστρεπτικά, επιβλαβής, δυσοίωνος, μελαγχολική.
- μετανοιωμένος, συντετριμμένη, συγγνώμη, απολογητικός, μετανιωμένος, θλιβερά, ένοχος, δοίη, ξεῖνε, μετανοών, αγωνιώδες, heavyhearted, θλιμμένος, self-reproachful.