ακαθάριστο Συνώνυμα
Ακαθάριστο Συνώνυμα Επίθετο μορφή
- αναίσθητος, αμβλεία, ανάλγητη, θαμπό, σκληρό.
- απρεπής, απρεπές, ρυπαρός, ανάρμοστη, χυδαίο, άσεμνο.
- κραυγαλέα, κατάφωρη, φοβερά, χωρίς διαχωρισμούς, λυπηρό, τραγική, ειδεχθή, συγκλονιστική, φοβερή.
- χοντρό, άξεστος, υλοτομία, ογκώδης, μαζική, βαρύς, ογκώδη.