Τάφο Του Συνώνυμα


Τάφο Του Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • αξιοπρεπή, καταπραΰνουν, επίσημη, νηφάλιος, στοχαστικοί, σοβαρά, φασκόμηλο.
  • βαρυσήμαντο, σημαντικό, κρίσιμο, σοβαρή, απαιτητικό, επείγουσα, ζωτικής σημασίας, επιτακτική ανάγκη.
  • λύτης, σίγαση, υποτονική, απλό, θαμπό, ήσυχη, βαρύς, βαριά.

Τάφο Του Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • τάφος, τάφου, μαυσωλείο, κρύπτη, θόλο, κατακόμβη, οστεοφυλάκιο, καταλογίστηκε, χειραμάξιο, τύμβος, ανάχωμα.
Τάφο Του Συνώνυμο συνδέσεις: επίσημη, νηφάλιος, σοβαρά, φασκόμηλο, σημαντικό, σοβαρή, απαιτητικό, επείγουσα, ζωτικής σημασίας, επιτακτική ανάγκη, λύτης, σίγαση, απλό, θαμπό, βαρύς, βαριά, τάφου, μαυσωλείο, κρύπτη, θόλο, ανάχωμα,

Τάφο Του Αντώνυμα