Νεκρό Συνώνυμα
Νεκρό Συνώνυμα Επίθετο μορφή
- αδιάφορη, χάνει τις αισθήσεις, κλήροι, αδρανή, αναίσθητος, ακίνητος, κατεψυγμένα, αποχαυνωτικά, μουδιασμένος, παράλυτος, εξαντληθεί, νικήσει.
- αντιπαραγωγικές, εξαφανίζονται, αποστειρωμένα, ανίκανη, εκτός λειτουργίας, άκαμπτη και άκαμπτο.
- βαρετό, θαμπό, κουραστικό, ανούσιος, πληκτικός, επίπεδη, ταλαιπωρημένα, αναποτελεσματική, νεκρώνεται, πνιγμένα, μπαγιάτικο.
- νεκρό, άψυχο, εν υπνώσει, φύγει, έχει λήξει, ανύπαρκτη, έφυγε από τη ζωή, να τελειώσει.
- πλήρη, απόλυτη, συνολικά, σίγουρος, αδιάλειπτη, ορισμένες, αλάνθαστη, ολόκληρο, ακριβή, άμεση, χωρίς επιφυλάξεις, απόλυτου, εντελώς, εμπεριστατωμένη.