βαρετό Συνώνυμα


Βαρετό Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • κουραστική, μονότονη, πληκτικός, unexciting, κουραστικό, θαμπό, επίπεδη, νεκρός, ανιαρός, σχοινοτενείς, κοινότοπο, μπαγιάτικο, κοινός τόπος, πεζή.
βαρετό Συνώνυμο συνδέσεις: μονότονη, πληκτικός, κουραστικό, θαμπό, ανιαρός, κοινότοπο, μπαγιάτικο,

βαρετό Αντώνυμα