θεμελιώδη Συνώνυμα


Θεμελιώδη Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • βασικές, απαραίτητη, κύρια, επικεφαλής, πρωτίστως, μεγάλες, υποκείμενο, βασικά, καρδινάλιος, ζωτικής σημασίας, αναγκαία, απαραίτητα, κύριος.

Θεμελιώδη Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • δεύτερη σκέψη, συμπλήρωμα, υπερκατασκευής, κλάδεμα, επιπλέον.
  • ίδρυμα, βάση, πρώτη αρχή, rudiment, sine qua non, ακρογωνιαίος λίθος, ουσία, πηγή, θρήσκευμα, ήθος, πυρήνα, abc.
θεμελιώδη Συνώνυμο συνδέσεις: απαραίτητη, κύρια, επικεφαλής, μεγάλες, βασικά, καρδινάλιος, ζωτικής σημασίας, απαραίτητα, δεύτερη σκέψη, συμπλήρωμα, επιπλέον, ίδρυμα, βάση, ουσία, θρήσκευμα, πυρήνα, abc,

θεμελιώδη Αντώνυμα