ρητή Συνώνυμα


Ρητή Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • ακριβή, κατηγορηματική, ξεχωριστή, σαφή, ρητή, ειλικρινής, φρανκ, κατάφωρη, δήλωσε, απλή, ανοικτή, αμβλύ, δίπλωμα ευρεσιτεχνίας.
ρητή Συνώνυμο συνδέσεις: ακριβή, κατηγορηματική, ρητή, ειλικρινής, κατάφωρη, απλή, αμβλύ,

ρητή Αντώνυμα