προτίμηση Συνώνυμα


Προτίμηση Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • επιλογή, εναλλακτική λύση, προτεραιότητα, ευχαρίστηση, ψηφοφορία.
  • μεροληψίας, ευνοιοκρατία, προκατάληψη, προτεραιότητα, προδιάθεση, προτίμηση, κλίση, κομματισμός.
  • προτιμήσεις, αγάπη, προτίμηση, όρεξη, γεύση, συγγένεια, μεροληψία, κλίση, ροπή, επιθυμία, τάση, έλξης, στομάχι.
προτίμηση Συνώνυμο συνδέσεις: επιλογή, προτεραιότητα, ευχαρίστηση, ψηφοφορία, ευνοιοκρατία, προκατάληψη, προτεραιότητα, προτίμηση, κλίση, προτίμηση, όρεξη, γεύση, συγγένεια, μεροληψία, κλίση, ροπή, επιθυμία, τάση, έλξης, στομάχι,

προτίμηση Αντώνυμα