ευμετάβλητος Συνώνυμα


Ευμετάβλητος Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • άστατος, ασταθής, αναξιόπιστα, απρόβλεπτη, ανεύθυνος, αναξιόπιστο, δύστροπος, αυθαίρετη, ασυνεπής, ακανόνιστο, ασταθείς.
  • μεταβλητή, μεταβλητό, ευέλικτη, μεταβάλλεται, ρυθμιζόμενο, προσαρμόσιμο, ευέλικτο, πολύχρωμη, άστατος, πτητικό, μεταμορφωμένα, μπορεί να μετατραπεί, εύκαμπτο.
ευμετάβλητος Συνώνυμο συνδέσεις: άστατος, ασταθής, αναξιόπιστα, απρόβλεπτη, αναξιόπιστο, δύστροπος, ασυνεπής, ασταθείς, πολύχρωμη, άστατος, εύκαμπτο,

ευμετάβλητος Αντώνυμα