διαβόητος Συνώνυμα


Διαβόητος Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • σκανδαλώδη, κατάφωρη, ανείπωτη, ακαθάριστο, κραυγαλέα, πλήρης, λυπηρό, διαβόητη, ντροπή, ποταπή, βάση, αμετρίαστος, κατάταξη.
διαβόητος Συνώνυμο συνδέσεις: σκανδαλώδη, κατάφωρη, ανείπωτη, ακαθάριστο, κραυγαλέα, πλήρης, λυπηρό, ντροπή, ποταπή, βάση, αμετρίαστος, κατάταξη,

διαβόητος Αντώνυμα