αποσπώνται Συνώνυμα


Αποσπώνται Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • ξεχωριστό, αποσύνδεση, λύω, κόβω, απεμπλακούν, χαλαρώσει, χωρίζουν, sunder, μέρος τους, ελεύθερες, απομόνωση, κομμένα, αποσύρει, αναίρεση, disjoin, διαζύγιο.
αποσπώνται Συνώνυμο συνδέσεις: αποσύνδεση, λύω, κόβω, χαλαρώσει, χωρίζουν, sunder, απομόνωση, αναίρεση, disjoin, διαζύγιο,

αποσπώνται Αντώνυμα