λύω Συνώνυμα


Λύω Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • αποσυνδέσει, unfix, αναίρεση, αποσύνδεση, αποσπώνται, unhitch, αποδέσμευση, καταργήστε τη σύνδεση, λύσω, unlace, unclasp, χαλαρώσει.
λύω Συνώνυμο συνδέσεις: αποσυνδέσει, unfix, αναίρεση, αποσύνδεση, αποσπώνται, unhitch, αποδέσμευση, λύσω, unlace, χαλαρώσει,

λύω Αντώνυμα