άνοδο Συνώνυμα


Άνοδο Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • ανάβαση, αυξάνεται, αναλήψεως, μέχρι την άνοδο, ανεβείτε, αναβάθμιση, ανηφορικά, acclivity.
  • εκ των προτέρων, πρόοδο, προώθηση, αύξηση, ανάπτυξη, κέρδος, ώθηση, ανάκαμψη, επέκταση, επιταχύνουν τη διαδικασία, άλμα, ο πληθωρισμός.
  • ύψος, ανύψωση, λόφο, ανάχωμα, βουναλάκι, ύψωμα, κλίση, υπεροχή.

Άνοδο Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • ανεβείτε, ανεβαίνουν, αιωρούνται, mount, κλίμακα, κώνος, κλίση, γκανιότα, πίσσα.
  • αύξηση, εντείνει, ενίσχυση, φουσκώνουν, αυξήσει την, εκ των προτέρων, μεγαλώνουν, αποκτήσουν, mount, κερί.
  • εξέγερση.
  • προκύψουν.
  • πρόοδο, εκ των προτέρων, βελτίωση, ανάπτυξη, να πάρει μπροστά, κάνει καλό, προχωρήσει, επικρατούν, φθάνουν, θριαμβεύσει.
  • σηκωθούν, προκύπτουν, σηκωθείτε, πάρει στα πόδια κάποιου, ξεπηδούν, αύξηση, μέχρι πίσω.
άνοδο Συνώνυμο συνδέσεις: ανάβαση, αναλήψεως, ανεβείτε, αναβάθμιση, εκ των προτέρων, πρόοδο, προώθηση, αύξηση, ανάπτυξη, κέρδος, ώθηση, ανάκαμψη, επέκταση, άλμα, ύψος, ανύψωση, λόφο, ανάχωμα, βουναλάκι, κλίση, υπεροχή, ανεβείτε, ανεβαίνουν, αιωρούνται, κώνος, κλίση, γκανιότα, αύξηση, εντείνει, ενίσχυση, φουσκώνουν, εκ των προτέρων, αποκτήσουν, εξέγερση, προκύψουν, πρόοδο, εκ των προτέρων, βελτίωση, ανάπτυξη, αύξηση,

άνοδο Αντώνυμα