φωτεινή Συνώνυμα


Φωτεινή Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • εύληπτο, σαφές, κατανοητό, κατανοητή, διαυγής, πεδιάδα, διαυγή, ορθολογική, διαφανή, εμφανής.
  • λάμπει, λαμπρό, λαμπερή, φωτεινό, διαυγή, lucent, ακτινοβόλο, περίλαμπρος, ανάβει, αναμμένο, φωτιζόμενο, ακτινοβόλος, φωτίζεται, λαμπερό, τρεμοσβύνων, φθορισμού, πυρακτώσεως.
φωτεινή Συνώνυμο συνδέσεις: κατανοητό, κατανοητή, διαυγής, διαυγή, λάμπει, λαμπερή, διαυγή, lucent, περίλαμπρος, ακτινοβόλος, λαμπερό, τρεμοσβύνων,

φωτεινή Αντώνυμα