φρικτός Συνώνυμα


Φρικτός Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • τρομακτικό, τρομακτική, άθλιο, φρικτή, ζοφερή, τρομερός, συγκλονιστική, εξωφρενική, execrable.
  • τρομερός, τρομακτική, απεχθή, φρικτή, φοβερά, φρικτό, άθλιο, αποκρουστικό, συγκλονιστική, ζοφερή.
φρικτός Συνώνυμο συνδέσεις: τρομακτικό, άθλιο, φρικτή, ζοφερή, τρομερός, συγκλονιστική, execrable, τρομερός, απεχθή, φρικτή, άθλιο, αποκρουστικό, συγκλονιστική, ζοφερή,

φρικτός Αντώνυμα