αποκρουστικό Συνώνυμα


Αποκρουστικό Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • αηδιαστικό, αηδιαστική, ασθενικά, αποκρουστικό, απεχθές, προσβλητικό, ανούσιος, φάουλ, δυσάρεστο, δυσώδης.
  • απαγορεύουν, απωθητικό, υπεροπτική, λιτό, σνομπ, εχθρική, άπονος, μακρινό, κρύα, παγωμένα, απομακρυσμένη, απρόσιτο, αδιάφορη.
  • απεχθής, απωθητικό, αηδιαστικό, αποκρουστικός, απεχθή, αηδιαστική, δυσάρεστο, απεχθές, δυσάρεστη, αποκρουστικό, φρικτή, επίθεση.
αποκρουστικό Συνώνυμο συνδέσεις: αηδιαστικό, ασθενικά, αποκρουστικό, ανούσιος, φάουλ, δυσάρεστο, δυσώδης, απαγορεύουν, υπεροπτική, λιτό, σνομπ, εχθρική, μακρινό, απρόσιτο, αδιάφορη, απεχθής, αηδιαστικό, αποκρουστικός, απεχθή, δυσάρεστο, δυσάρεστη, αποκρουστικό, φρικτή, επίθεση,

αποκρουστικό Αντώνυμα