προδοσία Συνώνυμα


Προδοσία Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • απιστία, προδοσία, διπροσωπία, αναξιοπιστία, double-dealing, εξαπάτηση, δολιότητα, οπορτουνισμού, κόλπα, ανατροπή, ανταρσία.
  • προδοσία, ανατροπή, απιστία, ανταρσία, επανάσταση, ανομία, διπροσωπία, δόλος, lèse-majesté, στασιαστική, εξέγερση, collaborationism, απειθαρχία, συνωμοσία.
  • προδοσία.
προδοσία Συνώνυμο συνδέσεις: απιστία, προδοσία, διπροσωπία, double-dealing, εξαπάτηση, οπορτουνισμού, ανατροπή, ανταρσία, προδοσία, ανατροπή, απιστία, ανταρσία, επανάσταση, διπροσωπία, στασιαστική, εξέγερση, απειθαρχία, προδοσία,

προδοσία Αντώνυμα