παρεξήγηση Συνώνυμα


Παρεξήγηση Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • διαμάχη, διαφωνία, παράβαση, διχόνοια, διαφορά, ρήξη, σύγκρουση.
  • λάθος, παρερμηνεία, παρεξήγηση, εσφαλμένο υπολογισμό, γκάφα, σφάλμα, εσφαλμένη ανάγνωση.
παρεξήγηση Συνώνυμο συνδέσεις: διαμάχη, διαφωνία, παράβαση, διαφορά, ρήξη, σύγκρουση, λάθος, παρεξήγηση, γκάφα, σφάλμα,

παρεξήγηση Αντώνυμα