μακιαβελικό Συνώνυμα


Μακιαβελικό Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • αδίστακτοι, ασυνείδητη, σκόπιμο, ευκαιριακές, παρατημένο, τον υπολογισμό, δολοπλοκίες, μάγκας, πονηριά, ύπουλη, κυνική, υποκριτική, double-dealing, twofaced, δόλιοι.
μακιαβελικό Συνώνυμο συνδέσεις: αδίστακτοι, ασυνείδητη, τον υπολογισμό, μάγκας, πονηριά, ύπουλη, κυνική, υποκριτική, double-dealing, twofaced,

μακιαβελικό Αντώνυμα