λιτή Συνώνυμα


Λιτή Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • ασκητική, εγκρατής, άκαμπτο, αυστηρή, με αυταπάρνηση, σπαρτιάτης, απλή, ανταλλακτικά, λιτή, σοβαρή, απέριττος, πεδιάδα, έντονη.
  • οικονομικός, αποταμίευση, φειδωλός, προσεκτική και συνετή, φειδωλή, έξυπνος, λιτός, τσιγκούνης, σφιχτό, scrimping, closefisted.
  • σοβαρή, πρύμνη, σκληρό, σκληρή, απαγορεύουν, ζοφερή, δυσκαμψία, επίσημη, κρύο.
λιτή Συνώνυμο συνδέσεις: εγκρατής, αυστηρή, με αυταπάρνηση, απλή, ανταλλακτικά, λιτή, σοβαρή, απέριττος, έντονη, φειδωλός, φειδωλή, έξυπνος, λιτός, τσιγκούνης, σφιχτό, closefisted, σοβαρή, πρύμνη, σκληρό, σκληρή, απαγορεύουν, ζοφερή, επίσημη, κρύο,

λιτή Αντώνυμα