καταπνίξει Συνώνυμα


Καταπνίξει Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • καταστολή, κατάσβεση, φλερτ, αναιρεί, ξεπεράσει, καταβάλλω, τίθεται, σβήνω, υποτάξει, καταπνίξει, πνίξουν, συγκράτηση, καταθέσει.
καταπνίξει Συνώνυμο συνδέσεις: καταστολή, φλερτ, αναιρεί, ξεπεράσει, καταβάλλω, τίθεται, σβήνω, υποτάξει, καταπνίξει, συγκράτηση, καταθέσει,

καταπνίξει Αντώνυμα