αναιρεί Συνώνυμα
Αναιρεί Συνώνυμα Ρήμα μορφή
- ακύρωνε, καταργεί, κενό, ακυρώσει, ανακαλέσει, εξουδετέρωση, απαγόρευση.
- καταθέσει, καταστολή, υποτάξει, καταπνίξει, κατάσβεση, σβήνω, συντρίψει, ξεριζώσουμε, εξάλειψη, καταστρέψει, θα ξεριζώσει.
- να ακυρώσει, κενό, ακυρώσει, αναιρέσει, ανατροπή, ακύρωση, ακυρώνει, κατάργηση.