ισιώσει έξω Συνώνυμα


Ισιώσει Έξω Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • διόρθωση, εγκατασταθούν, διαλευκάνουν, προσαρμογή, ρυθμίζουν, συμβιβάσει, τετράγωνο, παραγγείλετε, επίλυση.
ισιώσει έξω Συνώνυμο συνδέσεις: διόρθωση, εγκατασταθούν, προσαρμογή, συμβιβάσει, επίλυση,

ισιώσει έξω Αντώνυμα