εμποτισμού Συνώνυμα


Εμποτισμού Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • μπάνιο, βρέξιμο, dousing, βύθιση, άρδευση, πλύση, πλύσιμο, μούλιασμα.

Εμποτισμού Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • κορεστεί, απότομες, υγρό, διαβρέχω, σβήνουμε, βυθίζεται, ret, μαρινάρουμε, άρδευση, εμπνέει, εμπνέω, πλύνετε, βουτώ στον καφέ, κολυμπά.
εμποτισμού Συνώνυμο συνδέσεις: μπάνιο, κορεστεί, υγρό, εμπνέει, εμπνέω, βουτώ στον καφέ,