εγγενή Συνώνυμα


Εγγενή Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • εγγενή, απαραίτητη, εσωτερικό, εσωτερική, έμφυτη, καθαρές, ριζωμένη, φυσικό, μητρική, θεμελιώδη, basic, κληρονόμησε.
  • έμφυτη, χαρακτηριστικό, φυσικό, ουσιαστικό, εγγενή, έμφυτος, βασικές, ενστικτώδης, ενστικτώδη, ενδογενών, καθαρών, ριζωμένη, συγγενή, αχώριστη, αναφαίρετο, ανεκρίζοτος.
εγγενή Συνώνυμο συνδέσεις: εγγενή, απαραίτητη, εσωτερική, έμφυτη, φυσικό, μητρική, θεμελιώδη, basic, έμφυτη, χαρακτηριστικό, φυσικό, εγγενή, έμφυτος, ενστικτώδης,

εγγενή Αντώνυμα