γνωρίζουν Συνώνυμα


Γνωρίζουν Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • συνειδητή, εν γνώσει, γνωρίζοντας, ενημέρωσε, λαμβάνοντας υπόψη, γνώση, φωτισμένη, λογική, εξοικειωμένος, συγκινημένο, σοφό να, au courant, ισχίου, συντονισμένοι σε.

Γνωρίζουν Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • δειλός.
γνωρίζουν Συνώνυμο συνδέσεις: συνειδητή, γνωρίζοντας, γνώση, λογική, εξοικειωμένος, συγκινημένο, ισχίου, δειλός,

γνωρίζουν Αντώνυμα