απογοητεύσει Συνώνυμα
Απογοητεύσει Συνώνυμα Ρήμα μορφή
- αποτύχει, άφησε κάτω, αποβάλλω, καλκάνι, ματαίωση, παύλα, αυταπάτες, απογοήτευση, ξεμαγεύω, δυσαρεστώ, αποθαρρύνουν.
- ματαιώσουν, πρόληψη, αποφεύγουν να προβούν, να foil, εμποδίζουν, διάφραγμα, να παραπλανήσει, να disconcert, ματαιώσει.