απλόχερη Συνώνυμα


Απλόχερη Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • γενναιόδωρη, άφθονη, φιλελεύθερη, openhanded, πλούσιο, άσωτου, πριγκηπικό, υπερβολικές, φιλανθρωπικούς, αμέριστη, μεγαλόψυχος.
απλόχερη Συνώνυμο συνδέσεις: γενναιόδωρη, άφθονη, openhanded, πλούσιο, πριγκηπικό, μεγαλόψυχος,

απλόχερη Αντώνυμα