μεγαλόψυχος Συνώνυμα


Μεγαλόψυχος Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • ευγενής, υψηλόφρονες, large-minded, μεγάλα, bighearted, όμορφος, πριγκηπικό, ιπποτικός, ανιδιοτελής, αυτοθυσία, φιλελεύθερη, γενναιόδωρη.
μεγαλόψυχος Συνώνυμο συνδέσεις: ευγενής, υψηλόφρονες, bighearted, όμορφος, πριγκηπικό, ιπποτικός, ανιδιοτελής, γενναιόδωρη,

μεγαλόψυχος Αντώνυμα