ακούσια Συνώνυμα


Ακούσια Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • ακούσια, ενστικτώδης, αυτόματη, αυθόρμητη, αντανακλαστικό, unwilled, απρόθυμο, ανεξέλεγκτη, απρόθυμες, απρόθυμοι, εξαναγκάζονται, αναγκαστική.
  • ακούσια, τυχαία, ευκαιρία, απερίσκεπτη, απρόσεκτος, αμέλεια, unobservant, απερίσκεπτος.
ακούσια Συνώνυμο συνδέσεις: ακούσια, ενστικτώδης, αυθόρμητη, αντανακλαστικό, ανεξέλεγκτη, απρόθυμες, απρόθυμοι, αναγκαστική, ακούσια, τυχαία, ευκαιρία, απερίσκεπτη, απρόσεκτος, αμέλεια, απερίσκεπτος,

ακούσια Αντώνυμα