αγιάσει Συνώνυμα


Αγιάσει Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • αφιερώνω, να ξεχωρίζει, να ομορφύνει, γειά σου, αφιερώσει, να κατοχυρώσει, να χρίσω, ευλογεί.
  • καθαρίσει, απαλλάσσει, καθαρός, εξαργυρώσετε, εξιλεώσει για, shrive, επανόρθωσε γι.
αγιάσει Συνώνυμο συνδέσεις: αφιερώνω, γειά σου, αφιερώσει, ευλογεί, καθαρίσει, απαλλάσσει,

αγιάσει Αντώνυμα