Καταραμένοι Συνώνυμα


Καταραμένοι Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • καταραμένων, καταραμένο, άδικα, απαγόρευσε, καταδικασμένη, foredoomed, fated, ρίχνει έξω, κατέρριψε, μαστίζεται, αφόρισε.
  • μισητό, απεχθή, επαναστατούν, άθλια, αποτρόπαιο, απεχθές, αηδιαστικό, execrable, καταδικαστέος, απεχθείς, διαβολική, κόλαση, άθλιος, καταχθόνιος.
Καταραμένοι Συνώνυμο συνδέσεις: καταραμένο, μαστίζεται, μισητό, απεχθή, άθλια, αηδιαστικό, execrable, απεχθείς, διαβολική, κόλαση, καταχθόνιος,

Καταραμένοι Αντώνυμα