Επιτρέψει Συνώνυμα


Επιτρέψει Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • επιτρέπουν, ας, ανέχονται, υποφέρουν, το δικαίωμα, δώσει, ποιήσεται, χειραφέτηση, άδεια, ανεχτούμε, υποβάλει, προσχωρήσει, σταθεί.
  • ομολογήσω, παραχωρήσει, παραδέχονται, να αναγνωρίσει, χορηγούν, δική να, να κατέχει μέχρι και, να δηλώνουν, συναινούν.
Επιτρέψει Συνώνυμο συνδέσεις: επιτρέπουν, ας, ανέχονται, υποφέρουν, το δικαίωμα, δώσει, ποιήσεται, χειραφέτηση, άδεια, ανεχτούμε, προσχωρήσει, ομολογήσω, παραχωρήσει, συναινούν,

Επιτρέψει Αντώνυμα