Βουκόλος Συνώνυμα


Βουκόλος Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • κακόβουλο, πεισματάρης, άτακτος, άσχημη, αξιωματικά, ill-natured, ύπουλη, δυσάρεστη, θερμότερη, δηλητηριώδες, λοιμογόνο.
Βουκόλος Συνώνυμο συνδέσεις: κακόβουλο, πεισματάρης, άτακτος, άσχημη, αξιωματικά, ill-natured, ύπουλη, δυσάρεστη, λοιμογόνο,

Βουκόλος Αντώνυμα