Περιηγηθείτε σε όλα Αντώνυμα


  • Ανδρεία Αντώνυμα: αδυναμία, ανεπάρκεια, αδυναμία, ανικανότητα.
  • Ανδρικός Αντώνυμα: άνανδρος, θηλυπρεπής, ανίκανη, άβουλη, αδύναμη.
  • Ανδροπρεπής Αντώνυμα: δειλή, δειλός, δειλή, πράος.
  • Ανεβαίνουν Αντώνυμα: μείωση, παρακμή, κατεβαίνουν, ελαττώσει, χαμηλότερα.
  • Ανεβάσουν Στα Ύψη Αντώνυμα: κατρακυλούν, βουτιά, πτώση, κάντε μια βουτιά, βουτιά, πτώση.
  • Ανεβείτε Αντώνυμα: κατεβαίνουν, πτώση, αποβιβάζονται, κατάργηση μονταρίσματος, πτώση.
  • Ανειλικρινής Αντώνυμα: ειλικρινής, σοβαρά, ειλικρινείς, αληθείς, άμεση, απλή, απλό-μιλήσει, γνήσια.
  • Ανέκδοτος Αντώνυμα: χαλαρά, άνετα, κοινωνικότητα, φιλικό, εξερχόμενη.
  • Ανεκτικά Αντώνυμα: αντίθετα, επίμονη, ισχυρογνώμων, δύστροπος, διεστραμμένη, ευερέθιστος.
  • Ανεκτική Αντώνυμα: διακρίσεις, προκαταλήψεις, φανατικός, σοβινιστική, παράλογο, un-receptive.πρύμνη, αυστηρή, strait-laced, ανυποχώρητη, σκληρή, δρακόντεια.
  • Ανεκτικότητα Αντώνυμα: ανυπομονησία, εκδικητικότητα, μισαλλοδοξία, έχθρα, εκδικητικότητα, ruth-lessness.
  • Ανεκτίμητο Αντώνυμα: θαμπό, ανούσιος, κοινότυπο, κουραστική, κοινότοπο, τετριμμένη, απόθεμα, ανούσια.φτηνό, συνηθισμένη, άνευ αξίας, κοινή.
  • Ανελέητη Αντώνυμα: συμπονετικός, φιλεύσπλαχνος, ανθρώπινη, συμπάθεια, καλόκαρδος.
  • Ανελέητο Αντώνυμα: ελεήμων, συμπονετικός, ανθρώπινη, κλήμης, επιεικείς, επιεικής.
  • Ανέμελος Αντώνυμα: ζοφερές, λυπημένος, υποτονική, μελαγχολία, ντροπαλός, αμήχανα.
  • Άνεμος Κάτω Αντώνυμα: επιτάχυνση, εντατικοποίηση, κλιμακωθεί, οξύνει, θερμότητα επάνω, rev.
  • Ανεμπόδιστη Αντώνυμα: καταπιεσμένη, περιορισμένο, επίσημη, τεταμένη, άκαμπτο, καταστέλλεται.
  • Ανένδοτο Αντώνυμα: ευέλικτη, συμβατό, συνεταιρισμός, απόδοσης, tractable, προσαρμόσιμο.
  • Ανένδοτοι Αντώνυμα: μαλακό, εύκαμπτο, εύθραυστη, εύθραυστους.υποδοχή, απόδοσης, ευέλικτη, αναποφάσιστος.
  • Ανενεργό Αντώνυμα: ενεργητική, ενεργός, απασχολημένος, δυναμική.
  • Ανέντιμη Αντώνυμα: καθαριότητα, τακτοποιούν, καλοδιατηρημένο, φρέσκο.ειλικρινής, σχολαστική, αξιόπιστο, όρθια.καθαρά, αξιοπρεπή, ηθική, αξιοσέβαστος.υψηλόφρονες, αλτρουιστικά, γενναιόδωρη, ανιδιοτελής.
  • Ανεξαίρετος Αντώνυμα: εξαιρετική, εξαιρετική, αξιοσημείωτα, αξιοσημείωτη, ασυνήθιστο, σημαντική.
  • Ανεξάντλητη Αντώνυμα: limited, εξαντλήσιμων, limitable, μετρήσιμοι, πεπερασμένο, μετρημένη.άλλα νηολόγια, κουραστικό, κουρασμένος, φοβούμενοι, enervated.
  • Ανεξάρτητα Αντώνυμα: ενημερωμένος, επιφυλακτικό, προσεκτικό, συναγερμού, προσεκτική, στοχαστικός, αντανακλαστική.
  • Ανεξάρτητη Αντώνυμα: υπόκειται, υποδεέστερη, υποταγμένη, εξαρτώνται από, ελεγχόμενη, συγκρατημένη, συμμαχικές, θυγατρική, εξαρτημένη, υποτακτική.
  • Ανεξέλεγκτη Αντώνυμα: ανέστειλε, αυστηρή, ελεγχόμενη, καταπιεσμένη, πειθαρχημένη, έλεγξα.
  • Ανεξήγητη Αντώνυμα: εξηγήσιμη, ερμηνεύσιμη, προσδιορίσιμο, κατανοητό, σαφή, ξεκάθαρη, προφανές.
  • Ανεξίτηλα Αντώνυμα: eradicable, αποσβέσιμες, washable, αφαιρούμενα, προσωρινή, βραχύβια.
  • Ανεπάρκεια Αντώνυμα: υπέρβαση, πλεόνασμα, υπερχείλιση, υπερπροσφορά, glut, πληθώρα.αρκετά, επαρκή, άφθονη, πλούσια, πλούσιο.ολόκληρη, την εργασιακή, τακτική, τυπική, κανονική.
  • Ανεπιθύμητη Αντώνυμα: επιθυμητή, προσκαλώντας, ελκυστικό, ελκυστικό, ευχάριστη, ελκυστικό.
  • Ανεπιθύμητων Αντώνυμα: δικαιολογείται, περίπτωση, αποδεκτή, η σωστή, τοποθέτηση, καλώς ήρθατε.απαιτείται, τα αναγκαία, απαραίτητη, απαιτείται, απαραίτητη, ζωτικής σημασίας.
  • Ανεπισημότητας Αντώνυμα: διατύπωση, ακαμψία, τυπολατρεία, περιορισμού, συμβατικότητα, ceremoniousness.
  • Ανεπιτυχής Αντώνυμα: επιτυχής, ευημερούσα, ευοίωνο, ακμάζουσα, νίκη, νικηφόρα.
  • Ανεπιφύλακτη Αντώνυμα: ειδική, ελλιπή, νόμιμη, απρόθυμη, μερική, περιορισμένη.
  • Ανέραστη Αντώνυμα: αγαπημένος, αγαπημένη, καλά άρεσε, δημοφιλής.αγαπώντας, ζεστός, συμπαθείς, στοργικός, ένθερμους.
  • << < 1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14 15 19 > >>