χρονοτριβούν Συνώνυμα


Χρονοτριβούν Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • αναβληθεί, αναβολή, καθυστέρηση, στάβλος, ράφι, διστάσετε, shillyshally, αναστείλει, temporize, παρατείνει, dally, προφυλάκισης.
χρονοτριβούν Συνώνυμο συνδέσεις: αναβληθεί, αναβολή, καθυστέρηση, ράφι, διστάσετε, shillyshally, αναστείλει, temporize, παρατείνει, dally,

χρονοτριβούν Αντώνυμα