σπάνιο Συνώνυμα


Σπάνιο Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • σπάνια, ασυνήθιστο, ενικό, εξαιρετικές, μοναδικές, παράταιρο, ανταλλακτικά, λιγοστά, ελάχιστη, αραιά, ανεπαρκής, unplentiful, exiguous.
σπάνιο Συνώνυμο συνδέσεις: σπάνια, ασυνήθιστο, παράταιρο, ανταλλακτικά, λιγοστά, ελάχιστη, ανεπαρκής, exiguous,

σπάνιο Αντώνυμα