ανταλλακτικά Συνώνυμα


Ανταλλακτικά Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • αραιά, λιγοστά, μέτρια, ολιγαρκής, τσιγγούνης, stinted, λιτή, unembellished, λειτουργική, ελάχιστη, υποεκτιμάται, συγκρατημένη, ασκητής.
  • επιπλέον, αχρησιμοποίητα, συμπληρωματική, άλλο, υπέρβαση, έκτακτης ανάγκης, πλεόνασμα, ακατοίκητες, περαιτέρω, υπόλοιπο, βοηθητικά, κενές, ξένες, περιττές.
  • λεπτό, άπαχο, οστεώδη, κοκαλιάρικο, ψηλόλιγνος, υψιλός, λιπόσαρκος, κοκαλιάρης, σκελετικών, υποσιτίζονται, αδύνατος.

Ανταλλακτικά Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • εις διπλούν, επιπλέον, συμπλήρωμα, έχουν απομείνει, βοηθητική.

Ανταλλακτικά Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • δωρεάν, ανακούφιση, απελευθέρωση, συγχώρηση, παραδώσει, διάσωση, reprieve, υπερασπίζω, δικαιώ, αφήσει εκτός.
  • δώσει, δωρίσουν, συμβάλλουν, να μέρος με, την πολυτέλεια, απόδοση, να αναποδογυρίσει, να παραδοθούν, δανείζουν.
ανταλλακτικά Συνώνυμο συνδέσεις: λιγοστά, μέτρια, τσιγγούνης, λιτή, λειτουργική, ελάχιστη, ασκητής, επιπλέον, συμπληρωματική, υπέρβαση, έκτακτης ανάγκης, ακατοίκητες, περαιτέρω, υπόλοιπο, άπαχο, οστεώδη, κοκαλιάρικο, ψηλόλιγνος, υψιλός, λιπόσαρκος, επιπλέον, συμπλήρωμα, βοηθητική, δωρεάν, ανακούφιση, απελευθέρωση, συγχώρηση, παραδώσει, αφήσει εκτός, δώσει, δωρίσουν, την πολυτέλεια, δανείζουν,

ανταλλακτικά Αντώνυμα