πατρίκιος Συνώνυμα


Πατρίκιος Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • αριστοκρατική, ευγενής, wellborn, καλά φυλής, ἐξεκαλέσατο, υψηλό, υπερυψωμένα, καθαρόαιμο, γαλαζοαίματος, silk-stocking, ευγενικός.

Πατρίκιος Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • αριστοκράτης, ευγενής, peer, κύριος, ευγενής κυρία, μπλε αίμα, grandee, κυρία, κύριε, καθαρόαιμο, brahmin.
πατρίκιος Συνώνυμο συνδέσεις: ευγενής, καλά φυλής, ἐξεκαλέσατο, καθαρόαιμο, ευγενικός, αριστοκράτης, ευγενής, peer, κυρία, κύριε, καθαρόαιμο,

πατρίκιος Αντώνυμα