μικροπρεπής Συνώνυμα


Μικροπρεπής Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • ήσσονος σημασίας, δυσανεξία, φειδωλές, μέση, στενό, φανατικός, στενόμυαλο, δογματικός, άκαμπτο, περιορισμένη, ευτελές, επαρχιακό, μικρό.
  • λιγοστά, τιποτένιος, niggard, ανταλλακτικά, ευτελές, ανεπαρκή, θλιβερή, μικρό, άθλια, άπαχο, beggarly.
  • τσιγκούνης, φειδωλή, μίζερη, φιλάργυρος, tightfisted, closefisted, μέση, μικρές, φτηνές, μισθοφόρος, niggard, stinting, φειδωλές, ολιγαρκής, γκρινιάζω.
μικροπρεπής Συνώνυμο συνδέσεις: ήσσονος σημασίας, δυσανεξία, φειδωλές, μέση, φανατικός, στενόμυαλο, δογματικός, περιορισμένη, επαρχιακό, μικρό, λιγοστά, niggard, ανταλλακτικά, θλιβερή, μικρό, άθλια, άπαχο, beggarly, τσιγκούνης, φειδωλή, μίζερη, φιλάργυρος, tightfisted, closefisted, μέση, μισθοφόρος, niggard, φειδωλές, γκρινιάζω,

μικροπρεπής Αντώνυμα