ανιαρή Συνώνυμα


Ανιαρή Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • δημ, θαμπό, μονότονο, ματ, ωχρός, βαρύς, dun, επίπεδη, άψυχο, νεκρό, λύτης.
ανιαρή Συνώνυμο συνδέσεις: δημ, θαμπό, μονότονο, ματ, ωχρός, βαρύς, άψυχο, νεκρό, λύτης,

ανιαρή Αντώνυμα