τον κόπο Συνώνυμα
Τον Κόπο Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή
- ενόχληση, πρόβλημα, παρασίτων, κεφαλαλγία, ερεθισμό, ανησυχία, ενοχλώ, επιδείνωση, αδεξιότητα, ταλαιπωρία.
Τον Κόπο Συνώνυμα Ρήμα μορφή
- ενοχλήσει, ταλαιπωρούν, ενοχλούν, αναστατωμένος, vex, ερεθίσει, τίθεται, ταλαιπωρία, πρόβλημα, αγωνία, εξοργίζουν, ταράζουν, pother.
- συγχέουν, fluster, διεγείρει, σύγχυση, κλούβιος, πτερυγισμού, flurry, διάφραγμα, εκτροπή, disconcert, προβληματίζουν, ζαλίζω.