σταθμό Συνώνυμα


Σταθμό Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • θέση, κάθισμα, τοποθεσία, γεωμετρικός τόπος, βάση.
  • κατάταξη, κατάσταση, στέκεται, βάση, βαθμολογία, κράτος, επίπεδο, θέση, τάξη, κάστα.

Σταθμό Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • θέση, φυτών, που, εκχώρηση, διορίζει, θέσει, καθορίσει, εντοπίστε, εγκαταστήσετε, δημιουργία, θέτω.
σταθμό Συνώνυμο συνδέσεις: θέση, κάθισμα, τοποθεσία, γεωμετρικός τόπος, βάση, κατάταξη, κατάσταση, βάση, θέση, τάξη, κάστα, θέση, που, εκχώρηση, καθορίσει, εντοπίστε, δημιουργία, θέτω,