ρύγχος Συνώνυμα


Ρύγχος Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • καταστολή, συγκράτηση, καταπνίξει, φιμώσει, συντρίβω, γκαζιού, σιωπή, λογοκρίνουν, στραγγαλίσει, φλερτ, hogtie, σακατεύω.
ρύγχος Συνώνυμο συνδέσεις: καταστολή, συγκράτηση, καταπνίξει, συντρίβω, σιωπή, λογοκρίνουν, στραγγαλίσει, φλερτ, σακατεύω,

ρύγχος Αντώνυμα