πρόωρο Συνώνυμα


Πρόωρο Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • πρόωρη, άκαιρη, άκαιρος, άβολο, ακατάλληλη, δυσοίωνος, ακατάλληλο, malapropos, άσχετος, λανθασμένη.
πρόωρο Συνώνυμο συνδέσεις: πρόωρη, άκαιρη, ακατάλληλη, δυσοίωνος, malapropos, άσχετος, λανθασμένη,

πρόωρο Αντώνυμα