παλίνδρομη Συνώνυμα


Παλίνδρομη Συνώνυμα Επίθετο μορφή

  • οπισθοδρομικά, προς τα πίσω, υπολειπόμενο, υποχωρώντας, συνταξιοδοτείται.
  • οπισθοδρομική, μειώνεται, επιδείνωση, επαναφορά, υποτροπιάζουσα, εξουθενωτική.

Παλίνδρομη Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • εκφυλίζονται.
παλίνδρομη Συνώνυμο συνδέσεις: υπολειπόμενο, επιδείνωση, επαναφορά,

παλίνδρομη Αντώνυμα