ξεσπάσει Συνώνυμα


Ξεσπάσει Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • σκάσει εκραγεί, αναβλύζουν, στόμιο, spew, εκτινάσσει, απαλλαγή, ρίχνω, ρήξη.
ξεσπάσει Συνώνυμο συνδέσεις: αναβλύζουν, στόμιο, spew, απαλλαγή, ρίχνω, ρήξη,