ξεκαθαρίσω Συνώνυμα


Ξεκαθαρίσω Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • λύσει, ισιώσει έξω, διαλευκάνουν, να εξηγήσει, επίλυση, διαφωτίσει, να ματαιώσει, να διευκρινίσει, απαντήσει.
ξεκαθαρίσω Συνώνυμο συνδέσεις: ισιώσει έξω, επίλυση, διαφωτίσει,

ξεκαθαρίσω Αντώνυμα