ξένος Συνώνυμα


Ξένος Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • αλλοδαπός, outlander, μεταναστών.
  • αλλοδαπός, ξένος, outlander, noncitizen, τρίτων, nonparticipant, παριστάμενος, παρατηρητής, παρείσακτος, νεοφερμένος.
  • αλλοδαπός.
  • νεοφερμένο, παρείσακτος, άγνωστο, ξένος, επισκέπτης, τα, καλούντος.
ξένος Συνώνυμο συνδέσεις: αλλοδαπός, outlander, αλλοδαπός, ξένος, outlander, παρείσακτος, αλλοδαπός, παρείσακτος, άγνωστο, ξένος, καλούντος,

ξένος Αντώνυμα