μέτρο Συνώνυμα


Μέτρο Συνώνυμα Ουσιαστικό μορφή

  • διαστάσεις, βαθμό, αναλογίες, μέγεθος, φάσμα, reach, μερίδα, largeness, ικανότητα, όγκος, εξάπλωση, πλάτους.
  • δράση, φυσικά, βήμα, διαδικασία, λειτουργία, μετατόπιση, μέσα, μέσο, συσκευή.
  • μετριοπάθεια, αυτοσυγκράτηση, περιορισμού, ελέγχου, όρια, περιορισμό, τα σύνορα, βαθμό.

Μέτρο Συνώνυμα Ρήμα μορφή

  • συγκρίνετε, κρίνουμε, ζυγίζουν, επιδικάζω, αξιολόγηση, θεωρούν, έλεγχος, αξιολογεί, μέγεθος, ισορροπία, πάνω από το φόντο, αντιπαραθέτω, ταιριάζει, παρομοιάζουν, αντιτίθενται, αντίθεση.
  • τον υπολογισμό, σχήμα, εξακριβωθεί, περιτύπωμα, cipher, συμπίπτουν, έρευνα, απαρίθμηση, μετράνε, τη βαθμονόμηση, μεταπτυχιακό, μέγεθος, κατάταξη, σημάδι από, να ξεχωρίζει.
μέτρο Συνώνυμο συνδέσεις: βαθμό, αναλογίες, μέγεθος, φάσμα, ικανότητα, φυσικά, βήμα, διαδικασία, λειτουργία, μέσο, συσκευή, μετριοπάθεια, αυτοσυγκράτηση, ελέγχου, βαθμό, επιδικάζω, αξιολόγηση, μέγεθος, ταιριάζει, παρομοιάζουν, αντιτίθενται, αντίθεση, τον υπολογισμό, σχήμα, εξακριβωθεί, cipher, συμπίπτουν, έρευνα, απαρίθμηση, τη βαθμονόμηση, μέγεθος, κατάταξη,

μέτρο Αντώνυμα